12.8 C
Almyros
1 Οκτωβρίου 2024 09:22
ESPA
ΑρχικήΚΟΣΜΟΣΧένρι Κίσινγκερ: Έργα και ημέρες του αμφιλεγόμενου «αρχιτέκτονα» της εξωτερικής πολιτικής του...

Χένρι Κίσινγκερ: Έργα και ημέρες του αμφιλεγόμενου «αρχιτέκτονα» της εξωτερικής πολιτικής του Νίξον (long read)

Ελάχιστες προσωπικότητες στη σύγχρονη διπλωματία ήταν τόσο αμφιλεγόμενες όσο ο Χένρι Κίσινγκερ, ο οποίος διαμόρφωσε την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ για δεκαετίες. Οι επικριτές του τον κατηγορούν ότι υπήρξε ο «αρχιτέκτονας» των αμερικανικών πολιτικών που οδήγησαν σε χιλιάδες θανάτους στο εξωτερικό ή ότι έκανε τα στραβά μάτια στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διέπραξαν οι Αμερικανοί σύμμαχοι. Πολλοί συμφωνούν πως ο Κίσινγκερ έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε πολλές από τις βασικές αποφάσεις που διαμόρφωσαν το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα.

Ο Χένρι Άλφρεντ Κίσινγκερ γεννήθηκε στη πόλη Φιρτ στη Βαυαρία στις 27 Μαΐου 1923. Κατά το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής του ηλικίας, η οικογένειά του έγινε μάρτυρας της ανόδου του Αδόλφου Χίτλερ και της εισαγωγής του θεσμοθετημένου αντισημιτισμού και του διαχωρισμού. Λίγο πριν από τη «Νύχτα των Κρυστάλλων» τον Νοέμβριο του 1938, η μητέρα του Χάιντς υπέβαλε αίτηση για βίζα και έτσι η οικογένεια μετανάστευσε στις Ηπα και συγκεκριμένα στη Νέα Υόρκη, για να σωθεί από τους διωγμούς που είχαν εξαπολύσει οι Ναζί κατά των Εβραίων. Το 1943 ο Χάιντς έλαβε την αμερικανική υπηκοότητα και άλλαξε το όνομά του σε Χένρι.

Σπούδασε λογιστικά στο City College της Νέας Υόρκης και κατατάχθηκε στον αμερικανικό στρατό το 1943 για να υπηρετήσει ως τυφεκιοφόρος και αξιωματικός πληροφοριών στην Ευρώπη. Επιστρέφοντας στις Ηνωμένες Πολιτείες, φοίτησε στο Χάρβαρντ, από όπου αποφοίτησε το 1950 με πτυχίο πολιτικής επιστήμης. Το 1954 αναγορεύτηκε διδάκτωρ του ίδιου πανεπιστημίου. Το 1962 έγινε καθηγητής πολιτειολογίας στο Χάρβαρντ και υπηρέτησε ως διευθυντής του Προγράμματος Σπουδών Εθνικής Άμυνας από το 1959 έως το 1969.

(Τσου Εν Λάι, CONSOLIDATED NEWS PICTURES / AFP)

Διπλωματία και πολιτική ύφεσης

Τον Δεκέμβριο του 1968 ο Κίσινγκερ ανέλαβε βοηθός του Ρίτσαρντ Νίξον σε ζητήματα εθνικής ασφάλειας. Η ταχεία άνοδός του στην αμερικανική πολιτική αποδίδεται τόσο στον συγχρονισμό όσο και στην ικανότητά του να δικτυώνεται, σύμφωνα με τον βιογράφο του, Νίαλ Φέργκιουσον.

«Ο Κίσινγκερ από την αρχή αφιέρωσε σημαντική ενέργεια στη δημιουργία ενός δικτύου που εκτεινόταν οριζόντια προς όλες τις κατευθύνσεις πέρα από την Ουάσιγκτον, συμπεριλαμβανομένου του Τύπου, ξένων κυβερνήσεων, ακόμη και της βιομηχανίας του θεάματος», γράφει ο Φέργκιουσον.    

Ο Κίσινγκερ απέρριψε την «ηθοπλαστική» αμερικανική προσέγγιση στις εξωτερικές υποθέσεις, υποστηρίζοντας ένα πιο ρεαλιστικό δόγμα που βασιζόταν σε μια ξεκάθαρη οπτική της ισορροπίας ισχύος. Απέρριψε διπλωματικές προσεγγίσεις που βασίζονταν στην αντικομμουνιστική ιδεολογία, προτιμώντας αντ’ αυτού να επιδιώξει τη συνεργασία με τη Μόσχα με βάση την αναγνώριση της Ρωσίας ως αντίπαλης υπερδύναμης, μια πολιτική που έγινε γνωστή ως «πολιτική ύφεσης».

Βοήθησε τον Νίξον να ανοίξει εκ νέου διάλογο με την κομμουνιστική Κίνα, πραγματοποιώντας μυστικές συναντήσεις με τον τότε πρωθυπουργό της χώρας, τον Τσου Εν Λάι, τον Ιούλιο του 1971 και προετοιμάζοντας το έδαφος για το ιστορικό ταξίδι του Νίξον το επόμενο έτος, σηματοδοτώντας την πρώτη επίσκεψη Αμερικανού προέδρου στην Κίνα.   

Ο Νίξον και ο Κίσινγκερ πίστευαν ότι η προσέγγιση με την Κίνα δεν ήταν σημαντική μόνο λόγω του μεγέθους και της σημασίας της ασιατικής χώρας, αλλά ότι ακόμη και μια τυπική σινοαμερικανική συμμαχία θα μπορούσε να προσφέρει ένα σημαντικό αντίβαρο στη Σοβιετική Ένωση. Το καθεστώς της Ταϊβάν παρέμεινε ένα σημείο διαφωνίας, αλλά οι δύο πλευρές κατάφεραν να αποφύγουν οποιαδήποτε άμεση αντιπαράθεση για το θέμα αυτό, καθώς επιδίωκαν την προσέγγιση.

Η κεντρική λογική αυτής της προσέγγισης, σύμφωνα με τον Φέργκιουσον, ήταν η αποφυγή ενός τρίτου Παγκόσμιου Πολέμου. Στο αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου, το 1973, είπε ευθέως στον Νίξον ότι το να πιέσει τη Μόσχα να επιτρέψει στους Εβραίους να μεταναστεύσουν για να γλιτώσουν από τις διώξεις δεν αποτελούσε «στόχο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής».

«Αν βάζουν Εβραίους σε θαλάμους αερίων στη Σοβιετική Ένωση, αυτό δεν είναι αμερικανικό μέλημα. Ίσως μια ανθρωπιστική ανησυχία»», είχε πει τότε ο Κίσινγκερ.

Ο Κίσινγκερ ζήτησε συγγνώμη μετά τη δημοσιοποίηση των καταγεγραμμένων συνομιλιών το 2010, λέγοντας ότι τα σχόλια είχαν παρουσιαστεί εκτός πλαισίου.

(Νίξον-Κίσινγκερ, AFP)

ΒιετνάμΚαμπότζη

Όταν το 1968 ο Κίσινγκερ ανέλαβε τη θέση του Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας στην κυβέρνηση Νίξον, ο πόλεμος στο Βιετνάμ (1954-1975) μαινόταν ήδη για περίπου 15 χρόνια και γινόταν όλο και πιο δαπανηρός και αντιδημοφιλής όσο περνούσε ο καιρός. Παρά τις προσπάθειες να επιρριφθούν ευθύνες στην κυβέρνηση του Νοτίου Βιετνάμ, η αμερικανική εμπλοκή συνεχίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της διακυβέρνησης του Νίξον. Οι επικριτές κατηγόρησαν τον Νίξον και τον Κίσινγκερ ότι επέκτειναν άσκοπα τον πόλεμο.

«Για μένα, η τραγωδία του Βιετνάμ ήταν οι διαιρέσεις που προέκυψαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες κατέστησαν, τελικά, αδύνατο να επιτευχθεί ένα αποτέλεσμα συμβατό με τις θυσίες που είχαν γίνει», είχε δηλώσει ο Κίσινγκερ στο CNN το 2005.

Στο πλαίσιο της πολεμικής προσπάθειας των ΗΠΑ, ο Κίσινγκερ συμμετείχε στενά στον παράνομο βομβαρδισμό της Καμπότζης, η οποία ήταν επίσημα ουδέτερη χώρα, γεγονός που απέκρυψε τόσο από το Κογκρέσο όσο και από τους Αμερικανούς. Ο Κίσινγκερ ενέκρινε περισσότερες από 3.800 βομβαρδιστικές επιδρομές το 1969 και το 1970, καθώς και μεθόδους για την απόκρυψή τους από τον Τύπο, σύμφωνα με έκθεση του Πενταγώνου του 1973. Στο πλαίσιο της «Επιχείρησης Μενού», όπως ονομάστηκε, σκοτώθηκαν μεταξύ 150.000 και 500.000 άμαχοι.

Μέχρι το καλοκαίρι του 1969, σύμφωνα με έναν συνταγματάρχη του Μεικτού Επιτελείου, ο Κίσινγκερ -ο οποίος δεν είχε συνταγματικά κατοχυρωμένο ρόλο στη στρατιωτική ιεραρχία- επέλεγε προσωπικά τους στόχους των βομβαρδισμών.

Μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου 1972, οι μακροχρόνιες ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Ουάσιγκτον και Ανόι στο Παρίσι είχαν καταρρεύσει. Ο Νίξον διέταξε να βομβαρδίσουν το Ανόι κατά την περίοδο των Χριστουγέννων, προκαλώντας διαμαρτυρίες σε όλο τον κόσμο. Το Ανόι συμφώνησε να ξαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις και οι ειρηνευτικές συμφωνίες του Παρισιού υπογράφηκαν στα τέλη Ιανουαρίου 1973.

Παγιώνοντας τον ρόλο του Κίσινγκερ ως του κορυφαίου πολιτικού άνδρα της Αμερικής, ο Νίξον έκανε την πρωτοφανή κίνηση να τον διορίσει υπουργό Εξωτερικών το 1973, διατηρώντας τον παράλληλα στο ρόλο του συμβούλου εθνικής ασφάλειας. 

«Αυτό που συνέβη στην πραγματικότητα ήταν ότι ο Κίσινγκερ σαμποτάρισε ουσιαστικά τη μοναδική ευκαιρία για τον τερματισμό του πολέμου το 1968, ώστε να εξασφαλίσει μια θέση στην κυβέρνηση του Νίξον ή του Χάμφρεϊ. Πιθανότατα δεν θα γίνει ποτέ γνωστός ο πραγματικός απολογισμός όλων όσων πέθαναν για να γίνει ο Κίσινγκερ σύμβουλος εθνικής ασφάλειας», γράφει στο Rolling Stone, ο Σπένσερ Άκερμαν, δημοσιογράφος και βραβευμένος με Πούλιτζερ συγγραφέας του βιβλίου «Η βασιλεία της τρομοκρατίας: Πώς η 11/9 αποσταθεροποίησε την Αμερική και δημιούργησε τον Τραμπ».

Ο ιστορικός του Πανεπιστημίου του Γέιλ και συγγραφέας της βιογραφίας «Η σκιά του Κίσινγκερ», Γκρεγκ Γκράντιν, εκτιμά ότι οι ενέργειες του Κίσινγκερ από το 1969 έως το 1976 οδήγησαν στον θάνατο 3-4 εκατομμυρίων ανθρώπων.

«Οι Κουβανοί λένε ότι δεν υπάρχει κακό που να διαρκεί εκατό χρόνια, και ο Κίσινγκερ κάνει μια προσπάθεια να τους αποδείξει ότι κάνουν λάθος», δήλωσε πρόσφατα στο Rolling Stone ο Γκράντιν.

«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι θα χαιρετιστεί ως ένας μεγάλος γεωπολιτικός στρατηγός, παρόλο που τα έκανε θάλασσα με τις περισσότερες κρίσεις, οδηγώντας σε κλιμάκωση. Θα λάβει τα εύσημα για το άνοιγμα της Κίνας, αλλά αυτό ήταν η αρχική ιδέα και πρωτοβουλία του Ντε Γκωλ», είπε ο συγγραφέας.

Ένα αμφιλεγόμενο Νόμπελ

Το φθινόπωρο του 1973 ο Κίσινγκερ προτάθηκε για το Νόμπελ Ειρήνης μαζί με τον επικεφαλής διαπραγματευτή του Βόρειου Βιετνάμ, Λε Ντουκ Θο, επειδή «διαπραγματεύτηκαν από κοινού την κατάπαυση του πυρός στο Βιετνάμ το 1973». Πολλοί εξοργίστηκαν που ο Κίσινγκερ -ο άνθρωπος που είχε παίξει καθοριστικό ρόλο στην ενορχήστρωση των χριστουγεννιάτικων βομβαρδισμών- θα βραβευόταν. Ο Θο αρνήθηκε να δεχτεί το Νόμπελ με την αιτιολογία ότι ο Κίσινγκερ είχε παραβιάσει την εκεχειρία, ενώ δύο μέλη της επιτροπής Νόμπελ παραιτήθηκαν σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το βραβείο.

«Σχέδιο Κόνδωρ»

Οι Ηνωμένες Πολιτείες ανησυχούσαν επίσης για τον ανερχόμενο σοσιαλισμό στη Χιλή. Η κομμουνιστική επανάσταση του Φιντέλ Κάστρο στην Κούβα είχε ήδη σημάνει συναγερμό στην Ουάσιγκτον για την απειλή της σοβιετικής επιρροής στη Νότια Αμερική. Όταν ο Σαλβαδόρ Αλιέντε, μαρξιστής και μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος, κέρδισε τις προεδρικές εκλογές το 1970, ο Κίσινγκερ προέτρεψε τον Νίξον να εργαστεί για την υπονόμευσή του. Η CIA, συνεργαζόμενη με επαφές της στη Χιλή, υποκίνησε με επιτυχία ένα πραξικόπημα που ανέτρεψε τον Αλιέντε το 1973. Ο στρατηγός Αουγκούστο Πινοσέτ αναδείχθηκε σύντομα νέος ηγέτης της Χιλής, ξεκινώντας μια εκστρατεία με στόχο ύποπτους «κομμουνιστές» και «σοσιαλιστές». Περισσότεροι από 4.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν ή «εξαφανίστηκαν» και σχεδόν 40.000 έγιναν πολιτικοί κρατούμενοι κατά τη διάρκεια της 17χρονης ηγεσίας του.

Ο Κίσινγκερ απέρριψε επανειλημμένα τις ανησυχίες για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από το καθεστώς του Πινοσέτ που προέρχονταν από το ίδιο το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και τις αναφορές για εκτελέσεις λέγοντας σε έναν βουλευτή: «Νομίζω ότι πρέπει να καταλάβουμε την πολιτική μας – ότι όσο δυσάρεστα και αν ενεργούν, αυτή η κυβέρνηση είναι καλύτερη για εμάς από ό,τι ήταν εκείνη του Αλιέντε».

Σε όλη τη δεκαετία του 1970 και του ’80, οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστήριξαν στρατιωτικές δικτατορίες σε όλη τη Λατινική Αμερική, οι οποίες ήταν υπεύθυνες για τη δολοφονία, τους βιασμούς, τα βασανιστήρια και την «εξαφάνιση» χιλιάδων πολιτικών αντιπάλων. Ξεκινώντας από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, η Αργεντινή, η Βολιβία, η Βραζιλία, η Χιλή, ο Ισημερινός, η Παραγουάη και η Ουρουγουάη καθιέρωσαν το «Σχέδιο Κόνδωρ», μια συμφωνία ανταλλαγής πληροφοριών αφιερωμένη στην εξάλειψη των πολιτικών αντιπάλων που χαρακτηρίζονταν ως «τρομοκράτες» με την υποστήριξη των ΗΠΑ. Ωστόσο, ήδη από το 1976 υπήρχαν ενδείξεις ότι οι χώρες που συμμετείχαν στο σχέδιο, είχαν προχωρήσει πέρα από την ανταλλαγή πληροφοριών και σχεδίαζαν πλέον να πραγματοποιήσουν στοχευμένες δολοφονίες πολιτικών προσώπων που διέμεναν στο εξωτερικό, μεταξύ άλλων στην Ουάσιγκτον, το Λονδίνο και το Παρίσι.

Ένα στρατιωτικό πραξικόπημα στην Αργεντινή την ίδια χρονιά έθεσε τις βάσεις για τον «βρώμικο πόλεμο» όταν σχεδόν 9.000 άνθρωποι «εξαφανίστηκαν», σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, ενώ οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων εκτιμούν ότι στην πραγματικότητα ήταν γύρω στους 30.000.

Η έκταση της αμερικανικής ανοχής στη βίαιη καταστολή του καθεστώτος της Αργεντινής δεν ήταν γνωστή μέχρι αυτόν τον αιώνα, με έγγραφα που αποχαρακτηρίστηκαν το 2004 και αποκαλύπτουν ότι το 1976 ο Κίσινγκερ είχε υποσχεθεί στη χούντα ότι «δεν θα σας προκαλέσουμε περιττές δυσκολίες».

Μέση Ανατολή

Καθώς το σκάνδαλο Watergate κυριαρχούσε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων από την άνοιξη του 1972 μέχρι την παραίτηση του Νίξον το 1974, ο Κίσινγκερ συνέχισε να επιδιώκει τους στόχους της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης, ιδίως στη Μέση Ανατολή. Ο αραβοϊσραηλινός πόλεμος μεταξύ Αιγύπτου, Ισραήλ και Συρίας τον Οκτώβριο του 1973 – γνωστός και ως Πόλεμος του Γιομ Κιπούρ – και το επακόλουθο εμπάργκο πετρελαίου που επιβλήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες είχαν επαναπροσανατολίσει την προσοχή των ΗΠΑ στην περιοχή.

Στη Μέση Ανατολή, ο Κίσινγκερ διεξήγαγε αυτό που είναι γνωστό ως «shuttle diplomacy»– δηλαδή να λειτουργεί ως ενδιάμεσος- στην αναζήτηση της ειρήνης στη Μέση Ανατολή, μετά τις επιπτώσεις του πολέμου του Γιομ Κιπούρ. Η προσέγγισή του για την αποκλιμάκωση στις αμερικανοσοβιετικές σχέσεις, η οποία συνέβαλε στη χαλάρωση των εντάσεων και οδήγησε σε αρκετές συμφωνίες ελέγχου των εξοπλισμών, καθοδήγησε σε μεγάλο βαθμό τη στάση των ΗΠΑ μέχρι την εποχή του Ρόναλντ Ρίγκαν. Ο Νίξον παραιτήθηκε στις 9 Αυγούστου 1974 και την προεδρία ανέλαβε ο αντιπρόεδρος Τζέραλντ Φορντ. Ο νέος Αμερικανός πρόεδρος κράτησε τον Κίσινγκερ στον διπλό ρόλο του ως σύμβουλο εθνικής ασφάλειας και ως υπουργό Εξωτερικών.

Ωστόσο, μέχρι το επόμενο έτος, η δυσαρέσκεια τόσο του Κογκρέσου όσο και των πολιτών για το γεγονός ότι ο Κίσινγκερ κατείχε δύο θέσεις είχε αυξηθεί. Ο Φορντ όρισε τον αναπληρωτή του Κίσινγκερ στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας να αναλάβει τη θέση του συμβούλου εθνικής ασφάλειας, διατηρώντας τον Κίσινγκερ στο ρόλο του κορυφαίου διπλωμάτη.

Ο Κίσινγκερ εγκατέλειψε τα πόστα του το 1977, όταν ο Τζίμι Κάρτερ ανέλαβε την προεδρία, αλλά παρέμεινε ενεργός στα παρασκήνια της χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ ως μέλος του Συμβουλευτικού Συμβουλίου Εξωτερικών Πληροφοριών του Προέδρου και του Συμβουλίου Αμυντικής Πολιτικής, μεταξύ άλλων κυβερνητικών οργανισμών. Το 1982 ίδρυσε την Kissinger Associates, μια ιδιωτική εταιρεία συμβούλων στρατηγικής και επενδύσεων.

(WIN MCNAMEE / GETTY IMAGES NORTH AMERICA / AFP)

Αντιμέτωπος με τον νόμο

Στα χρόνια μετά την αποχώρηση του Κίσινγκερ από τη δημόσια ζωή, υπηρξαν κάποιες προσπάθειες να τον καλέσουν να λογοδοτήσει, οι οποίες όμως ήταν ανεπιτυχείς. Τον Μάιο του 2001, κατά τη διάρκεια μιας διαμονής του στο ξενοδοχείο Ritz στο Παρίσι, ο Κίσινγκερ κλήθηκε να εμφανιστεί στο δικαστήριο την επόμενη ημέρα για να καταθέσει σχετικά με την εξαφάνιση πέντε Γάλλων πολιτών κατά τη διάρκεια της χούντας του Πινοσέτ στη Χιλή. Ωστόσο, αντί να εμφανιστεί, ο Κίσινγκερ εγκατέλειψε γρήγορα τη γαλλική πρωτεύουσα. Την ίδια εβδομάδα, ο Αργεντίνος δικαστής Ροντόλφο Κοράλ ζήτησε από τον Κίσινγκερ να καταθέσει σχετικά με τη συμμετοχή των ΗΠΑ στο «Σχέδιο Κόνδωρ». Ο Κίσινγκερ αρνήθηκε να απαντήσει.

Ο Χιλιανός δικαστής Γκουζμάν υπέβαλε ερωτήσεις στις αμερικανικές αρχές το φθινόπωρο του 2001 ζητώντας τη μαρτυρία του Κίσινγκερ σχετικά με την εξαφάνιση του Αμερικανού πολίτη Τσαρλς Χόρμαν κατά τις πρώτες ημέρες της κυβέρνησης  Πινοσέτ. Το αίτημά του δεν έλαβε καμία απάντηση.

Ο δικαστής Μπαλτάζαρ Γκαρζόν στην Ισπανία, με την υποστήριξη Γάλλων δικαστών, ζήτησε από την Ιντερπόλ να συλλάβει τον Κίσινγκερ- ο οποίος συμμετείχε σε συνέδριο τον Απρίλιο του 2002 στο Λονδίνο- για να τον ανακρίνει σχετικά με εγκλήματα που διαπράχθηκαν επί Πινοσέτ. Και αυτή τη φορά όμως ο Κίσινγκερ έφυγε από την πόλη ανενόχλητος.

Καθώς οι εκκλήσεις για απονομή δικαιοσύνης συνέχισαν να πληθαίνουν, ο δικηγόρος του Κίσινγκερ υποστήριξε επανειλημμένα ότι τυχόν ερωτήσεις που σχετίζονται με ενέργειες στις οποίες προέβη ο πελάτης του «υπό την ιδιότητά του ως υπουργού Εξωτερικών» θα πρέπει να απευθύνονται στο αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών.

ΠΗΓΗ: France 24, CNN, Rolling Stone

www.ertnews.gr

Περισσότερα Εδω!

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
spot_img
spot_img
spot_img
spot_img

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Μετάβαση στο περιεχόμενο